μπάλλα
Смотреть что такое "μπάλλα" в других словарях:
γκελ — το το αναπήδημα που κάνει η μπάλλα όταν χτυπάει στο έδαφος … Dictionary of Greek
καλαθόσφαιρα — και καλαθοσφαίριση, η αγωνιστικό παιγνίδι κατά το οποίο οι παίκτες προσπαθούν να ρίξουν τη μπάλα μέσα στο καλάθι τής αντίπαλης ομάδας, αλλ. μπάσκετ μπωλ ή απλώς μπάσκετ. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. basket ball < basket… … Dictionary of Greek